Εμφάνιση κατά:
Α) Αρμόδιος να συνυπογράψει με τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων την προβλεπόμενη από το άρθρο 148 παρ.1 του ν.δ. 86/1969 άδεια εκποίησης αγροτεμαχίου, χαρακτηρισμένου ως μερικώς δασικού, που αιτείται η Ιερά Μονή, είναι ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Β) Τα μέλη της πενταμελούς γνωμοδοτικής επιτροπής που προβλέπονται από το άρθρο 148 παρ. 1 του ν.δ. 86/1969, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει, είναι: α) ο δασολόγος που θα πρέπει να είναι υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ του κλάδου δασολόγων και θα προέρχεται από τη Διεύθυνση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου - Γενική Διεύθυνση Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων και ειδικότερα θα υπηρετεί στη Διεύθυνση Δασών Κεφαλληνίας, ήτοι στο νομό, στην περιφέρεια του οποίου κείται η προς εκποίηση έκταση, β) ο γεωπόνος που θα πρέπει να είναι υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Γεωπονικού και θα προέρχεται από τη Γενική Διεύθυνση Αποκεντρωμένων Δομών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και ειδικότερα από τη Διεύθυνση Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης & Ελέγχων Ιονίου, Γραφείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Ελέγχων νομού Κεφαλληνίας, με έδρα το Αργοστόλι, ήτοι, το νομό στην περιφέρεια του οποίου κείται η προς εκποίηση έκταση, γ) ο αντιπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων που θα πρέπει να προέρχεται από τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων, Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης - Τμήμα Α΄ Εκκλησιαστικής Διοίκησης, δ) ο αντιπρόσωπος της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων που θα πρέπει να προέρχεται από τη συσταθείσα με το π.δ. 84/2019, Γενική Γραμματεία Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών και ε) ο αντιπρόσωπος του Οργανισμού Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας (Ο.Δ.Ε.Π.), που θα πρέπει να προέρχεται από την Εκκλησία της Ελλάδος και ειδικότερα από την Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών (Ε.Κ.Υ.Ο.) (ομόφ.).
Λήψη αρχείου
Με τη θέσπιση της διατάξεως του άρθρου 55 του ν.2413/1996, αίρεται οπωσδήποτε η εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 1700/1987 και 1811/1988, κατά το μέτρο που κρίθηκαν ότι έρχονται σε αντίθεση προς την σύμβαση της 11-5-1988, έναντι των Μονών αυτών, οι οποίες ως εκ τούτου, επανέρχονται και αποκαθίστανται στο καθεστώς που ίσχυε προ της θέσεως σε ισχύ του ν.1700/1987. Ειδικώτερα, με το πρώτο εδάφιο της παρ.1 της εν θέματι διατάξεως, ρητώς ορίζεται ότι οι Ι. Μονές που δεν συμβλήθηκαν στην σύμβαση της 11-5-1988 μεταξύ του Ελλ.Δημοσίου και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ούτε προσχώρησαν μεταγενέστερα σε αυτήν, έχουν την ικανότητα να είναι οι ίδιες διάδικοι και νομιμοποιούνται ενεργητικά και παθητικά στις δίκες που αφορούν τα δικαιώματά τους επί της ακινήτου περιουσίας των, που καταλαμβάνεται υπό τους ν.1700/87 και 1811/88. Αυτό επιτρέπει εκ νέου στις εν θέματι Ι. Μονές, να έχουν τη δυνατότητα προβολής και υπερασπίσεως των δικαιωμάτων τους επί της διεπομένης από τις διατάξεις αυτές ακινήτου περιουσίας τους, έναντι παντός τρίτου, συμπεριλαμβανομένου και του Ελλ.Δημοσίου, ιδίω ονόματι, δυνατότητα την οποία είχαν αποστερηθεί με τις διατάξεις του ν.1700/87. Ενώ εξάλλου με το δεύτερο εδάφιο, της ίδιας παρ.1, ρητώς ορίζεται ότι η απόδειξη των εμπραγμάτων δικαιωμάτων και της νομής των εν θέματι Ι. Μονών, στην προαναφερόμενη περιουσία τους, γίνεται με κάθε αποδεικτικό μέσο, κατά τις διατάξεις της Πολ.Δικ., με την επιφύλαξη των διατάξεων που ίσχυαν πριν από τους νόμους 1700/87 και 1811/88, ως προς την κτήση της νομής και εμπραγμάτων δικαιωμάτων, έναντι του Ελλ.Δημοσίου. Επομένως, κατά τα ανωτέρω, δεν υφίσταται πλέον θέμα ισχύος του καθιερουμένου δια του άρθρου 3 παρ.1Α του ν.1700/87 τεκμηρίου, υπέρ του Ελλ.Δημοσίου, το οποίο, δεν μπορεί να λειτουργήσει, αφού προϋπόθεση της λειτουργίας του, ήταν ο περιορισμός των αποδεικτικών μέσων των Ι. Μονών έναντι του Δημοσίου, επανερχομένων αυτών στο προϊσχύον των ανωτέρω ρυθμίσεων καθεστώς. Οσον αφορά εξάλλου, εν όψει και της αιτιολογικής εκθέσεως της διατάξεως, ότι αυτή θεσπίσθηκε ακριβώς για την πληρέστερη εναρμόνιση του εσωτερικού δικαίου προς το άρθρο 6 παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου, και αυτό σε συμμόρφωση προς την εκδοθείσα απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, κατ εφαρμογή ανειλημμένης υποχρεώσεως δια διεθνούς συμβάσεως, ώστε να λήξει η εκκρεμής διαφορά με τις Ιερές Μονές που προσέφυγαν στο άνω Δικαστήριο, αλλά προσέτι για να αποφευχθούν και στο μέλλον παρόμοιες διαφορές με ενδεχόμενες για το Ελληνικό Δημόσιο κυρώσεις και άλλες δυσμενείς επιπτώσεις, η ρύθμιση του άρθρου 55 του ν.2413/96, με την παραπάνω έννοια, αυτονόητα εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.
Λήψη αρχείου
Δεν είναι δυνατή η κτήση κυριότητας εκ μέρους του Δημοσίου με έκτακτη χρησικτησία επί εκκλησιαστικών ακινήτων, λόγω του ότι αυτά εξαιρούνται ρητώς.
Λήψη αρχείου
Πάς ακάλυπτος χώρος κατά την έννοια του Α 38 του απο 24-9/10-10-1958 Β.Δ/τος ανήκων κατά κυριότητα ή νομή ή επικαρπίαν εις τους Ιερούς Ναούς, απαλλάσεται του φόρου ακαλύπτων χώρων.
Λήψη αρχείου
Το Α7 του Ν.3800/1957 εφαρμόζεται και επί εκτάσεων δασικού χαρακτήρος και σε περίπτωση συνδρομής των τασσομένων ς αυτό προυποθέσεων επιλύεται και το ιδιοκτησιακό ζήτημα των εκτάσεων τούτων χωρίς άλλη διατύπωση και διαδικασία.
Λήψη αρχείου
Μετά την διαβίβαση νέων στοιχείων που αποδεικνύουν την ύπαρξη προφανούς ωφέλειας και εν μέρει και της αναπόφευκτης ανάγκης από την απευθείας εκποίηση τμήματος ακίνητης περιουσίας της Ιεράς Μονής Τζαγκαρόλων Χανίων, κρίνεται ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 109 του Ν 4149/1961 για την απευθείας πώληση της διατηρητέας εκτάσεως της ανωτέρω Ιεράς Μονής. (πλειοψ.)
Λήψη αρχείου
Η εκκλησιαστική περιουσία των Ιερών Μονών Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου Πάτμου και των λοιπών Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών Δωδεκανήσου δεν υπάγεται στις διατάξεις του Ν 1700/1987 για την ρύθμιση θεμάτων εκκλησιαστικής περιουσίας. Συνεπώς εξακολουθούν να ισχύουν ως προς την περιουσία αυτή οι ρυθμίσεις και οι περιορισμοί του άρθρου μόνου του Ν 2148/1952, ο οποίος δεν καταργήθηκε με την γενική ρήτρα του άρθρου 12 του Ν 1700/1987.
Λήψη αρχείου
Οι εκδιδόμενες δυνάμει των διατάξεων του Π.Δ. από 8-7-1930 (που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της διατάξεως του άρθρου 24 του Ν 4684/1930, όπως αυτό εν συνεχεία τροποποιήθηκε με τον α.ν. από 24.10/12.11.1935) αποφάσεις περί διαχωρισμού της μοναστηριακής περιουσίας των Ι. Μονών της Κρήτης σε διατηρουμένη και εκποιητέα προς ρευστοποίηση από το Τοπικό Συμβούλιο του Ο.Δ.Μ.Π. συνιστούν τίτλους κυριότητας εκ του νόμου υπέρ του Ο.Δ.Μ.Π., εφ’ όσον τηρηθεί η γι’ αυτές διαγραφόμενη από το νόμο διαδικασία και νομίμως μεταγραφούν στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Η ερευνώμενη από την Υπηρεσία 92/1936 απόφαση του Τοπικού Συμβουλίου Ν. Ηρακλείου δεν συνιστά έγκυρο τίτλο κυριότητας εκ του νόμου, δεδομένου ότι ούτε την απαιτούμενη έγκριση του Κεντρικού Εποπτικού Συμβουλίου φέρει ούτε ως τέτοια νομίμως εγκεκριμένη απόφαση έχει μεταγραφεί στα οικεία βιβλία.
Λήψη αρχείου
Προεδρέυων: Δ.Παπανικολάου, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Δ.Αναστασόπουλος, Πάρεδρος Αυτοδίκαια επιστροφή κυριότητος ακινήτου στην Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας, πωληθέντος στην Επιτροπή Μαθητικών Συσσιτίων Καλαβρύτων, υπό τον όρο να χρησιμοποιείται ως κατασκήνωση, λόγω πληρώσεως της διαλυτικής αυτής αιρέσεως.
Λήψη αρχείου
Ο ΟΔΕΠ, ως έχων στην αποκλειστική διοίκηση, διαχείριση και εκπροσώπισή του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1 παρ.1 του Ν.1700/87 μαρμαροφόρο λατομική έκταση της Ιεράς Μονής Φλαμουρίου κατά την 6η Αυγούστου 1987 και εφόσον δεν είχε εκδοθεί ακόμη το προβλεπόμενο από την παρ.3 του ίδιου ως άνω άρθρου Προεδρικό Διάταγμα, είχε δικαίωμα να προβεί στην εκμίσθωση του δασοκτήματος αυτού κατά τις ήδη ισχύουσες διατάξεις του Κανονισμού 14/1981 περί ΟΔΕΠ. Το σχετικό από 6/8/1992 μισθωτήριο συμβόλαιο μεταξύ ΟΔΕΠ και των μισθωτών δεν πάσχει ακυρότητα εκ του λόγου ότι δεν είχε εκδοθεί κατά τον κρίσιμο χρόνο καταρτίσεως της συμβάσεως το ως άνω προβλεπόμενο Προεδρικό Δ/γμα. Ο Υπουργός Παιδείας όμως δεν έχει αρμοδιότητα να διαπιστώσει το κύρος του ως άνω συμβολαίου, γιατί αυτό ανήκει στη δικαιοδοσία των αρμοδίων δικαστηρίων.
Λήψη αρχείου